*Η Βήσσανη. Για μεγέθυνση της εικόνας πατήστε ΕΔΩ
(Άφήγησις Κ. Άναστασιάδη)
Στις άρχές Σεπτεμβρίου του 1888, ο τότε μητροπολίτης Βελλάς καί Κονίτσης, γηραιός Βασίλειος, απεφάσισε νά επισκεφθεί τά χωριά τής περιφερείας του για τελευταία φορά κάνοντας αρχή άπό τή Βήσσανη.
Τό Σάββατο άπόγευμα τής 5ης Σεπτεμβρίου, μέ το ηλιοβασίλεμα, οί μουχταροδημογέροντες, οι έφοροετπίτροποι, οι πρόκριτοι, όλοι οι άνδρες, γυναίκες καί παιδιά των σχολείων αρρένων καί θηλέων, συγκεντρώθηκαν στήν Κούλα γιά νά ύποδεχθούν τό Δεσπότη.
Ύστερα άπό λίγο, φάνηκε στά Βαθύλακκα νάρχεται μέ τήν άκολουθία του, οπότε άρχισαν οί καμπάνες νά χτυπούν χαρμόσυνα και σέ λίγο ό Σεβασμιώτατος έφθασε ... Έκεί εύλόγησε τά πλήθη, οί παπάδες καί οί πρόκριτοι του φίλησαν τό χέρι, καί έπειδή ήταν πολύ κουρασμένος τόν έπήγε όλο τό χωριό ως τό σπίτι του Δράσου, καβάλλα, όπου του είχαν τοιμάσει κατάλυμα...
Τήν επόμενη μέρα, Κυριακή, προσήλθε στήν εκκλησία όπου έγινε μεγαλοπρεπής λειτουργία και άπό τό δεσποτικό εκφώνησε έναν ωραίο λόγο συνιστώντας αγάπη καί ομόνοια γιά τήν πρόοδο καί τό μεγαλείο τής Βήσσανης. Κατόπι έκατσε στο δεσποτικό θρόνο του καί έπί δυο ώρες, όλο τό χωριό, άνδρες, γυναίκες και παιδιά περούσαν καί του φιλούσαν τό χέρι...
Επειτα άπ αύτό πήγε στό κατάλυμά του, άφού προηγουμένως άνεκοίνωσε, οτι θά έδέχετο έκεί τήν 3 μ.μ. (ώρα τουρκ. 9η) τούς μουχταροδημογέροντες, διδασκάλους, έφοροεπιτρόπους καί προκρίτους.