Toυ Παντελή Αρμπυρου
Oταν πηγαίναμε στο Σχολαρχείο του χωριού μας, ή Ελληνικό Σχολείο όπως τόλεγαν, τρια χρόνια (1925-1927), είχαμε καθηγητές τον Δημ. Παπαχαρίση από το Μεσοβούνι Ζαγορίου που χτυπούσε (τι χτυπούσε, δεν τόρχονταν κρίμα; βιβλία δεν είχαμε, ρούχα επίσης, τροφή όχι καλή, χώρια τις τριμηνίες) και τον Παναγ. Τζαμακλή από τα Γιάννενα που δεν χτυπούσε.
Μαθαίναμε Κύρου Ανάβαση, «Δαρείου και Παρισάτιδος γίνονται παίδες δυο, πρεσβύτερος μεν Αρταξέρξης νεότερος δε Κύρος. Επί δε συν ησθένει Δαρείος και υπόπτευε του βίου τελευταίναι εβού λετο τω παίδε αμφοτέρω παρείναι και ο μεν ουν Αρταξέρξης παρών ετύγχανε Κύρος δε κ.λ.π.» Το λέγαμε απέξω λίγο λάθος, πλαμ τις μπάτσες και είχε κάτι δάχτυλα χοντρά που σου άφηνε δαχτυλιές στα μάγουλα αφού χτυπούσε ως και το Γιώργο το παιδί του μηδενός φειδομένου. Ήρθε φέτος κι ανταμώσαμε στο πανηγύρι. Στέκεις γερός του είπα, σαν ο πατέρας σου, χτυπούσε και το Νάσιο τον ανεψιό του που σπούδασε κοντά του, όπως αναφέρει η κόρη του Αθηνά Παπαχαρίση - Πάλη στα Πωγωνησιακά χρονικά του Κ. Κωστούλα θυμόταν με κάποια πικρία, γράφει την αυστηρότητα του θείου του στη Βήσσανη. Εχάρηκα πολύ που έχει άνδρα από την Πολύτσαινη και οι δυο καθηγητές. Θαυμάζω το γράψιμό της που δεν την φθάνω, ήθελα πολύ να τους γνωρίσω γιατί απ’ εκεί εμπήκαμε μέσα με τον πόλεμο Σωπική, Σχοριάδες, Πολύτσαινη, κάτω είναι η Γκρίκα με τον ποταμό Σούχα που μαζεύει όλα τα νερά της Νεμέρτσικας και των χωριών σμίγοντας με το Δρίνο στη Δερόπολη, μετά ανεβήκαμε από το Χλωμό και πέσαμε πίσω στο Λάμποβο του Ζάππα με το Σταυρό και συνέχεια πόλεμο.